Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Περί κοράκων

Γράφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης

Υπάρχει ένα νομοθετηματάκι που τιτλοφορείται «Κώδιξ Δεοντολογίας δικηγόρων», τον οποίο οφείλει να τηρεί κάθε δικηγόρος .....
κατ’ επιταγήν και του ν. 4194/2013 περί Κώδικος Δικηγόρων. Αυτό το νομοθετηματάκι ορίζει στο άρθρο 9 τα εξής:

«Απαγορεύεται η διαφήμιση του Δικηγόρου στις εφημερίδες ή σε άλλα μέσα μαζικής ενημερώσεως, ή με επιστολές, και κάθε είδους έντυπα. Στα επισκεπτήρια, τα επιστολόγραφα επιτρέπεται μόνον η αναγραφή του ονόματός του, της διευθύνσεώς του και του δικαστηρίου όπου ασκεί το λειτούργημά του, καθώς και του επιστημονικού του τίτλου (αν έχει). Ο δικηγόρος δικαιούται να παρέχει τις ανωτέρω πληροφορίες στο κοινό, με δημιουργία ιστοσελίδας στο διαδίκτυο και καταχώρηση σε καταλόγους δικηγόρων και σε νομικά έντυπα, με την προϋπόθεση ότι η πληροφόρηση είναι ακριβής και όχι παραπλανητική και σέβεται τις θεμελιώδεις αρχές του επαγγέλματος. Ανάρτηση πινακίδας με το όνομά του και την ιδιότητά του, επιτρέπεται μόνο στην είσοδο του κτιρίου και στη θύρα του Γραφείου του».
[ΣΗΜ: προσέξτε το «και του επιστημονικού του τίτλου (αν έχει)». Δηλαδή, υπάρχει περίπτωση ένας δικηγόρος να αναγράφει επιστημονικό τίτλο, τον οποίο δεν έχει;]

Στο δε άρθρο 10 ορίζονται τα εξής:
«Απαγορεύεται στο Δικηγόρο: α) … γ) Να δημοσιεύει στις εφημερίδες ή στα περιοδικά κλπ. αγγελίες ή να γνωστοποιεί σε διάφορα πρόσωπα με επιστολές, ότι αναλαμβάνει Δικαστικές ή άλλες υποθέσεις…»

Παρά ταύτα με την ολοσέλιδη ανακοίνωση της εικόνας, που είδα σε δύο τουλάχιστον κυριακάτικες εφημερίδες [17.09.2017], καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να πυκνώσουν τις τάξεις αυτών που θα προσφύγουν κατά του υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ αντί € 100 πλέον ΦΠΑ αναθέτοντας την υπόθεσή τους σε δύο δικηγορικές εταιρείες [οι οποίες έχουν συμπήξει «κοινοπραξία» κατά τη διαφήμιση-πρόσκληση. Κοινοπραξία εργολάβων και ναυτιλιακών επιχειρήσεων έχω δει, αλλά δικηγόρων!]. Η ανακοίνωση προέρχεται, μάλιστα, από καθηγητές [Φλογαΐτης, Σιούτη]. Τί θα κάνει, άραγε ο ΔΣΑ; Θα προχωρήσει σε παραπομπή στο Πειθαρχικό;

Από την άλλη, στο άρθρο 36§4 ορίζεται ότι
«…….. Δεν επιτρέπεται υποβολή μηνύσεως Δικηγόρου κατά Δικηγόρου, χωρίς προηγουμένη άδεια από τον Πρόεδρο του ΔΣ».
Αν, δηλαδή, κάποιος δικηγόρος με βρίσει, δεν μπορώ να τον μηνύσω χωρίς άδεια του Προέδρου του Συλλόγου μου. Κι’ αν ο Πρόεδρος δεν μου δώσει άδεια; Είπαμε ρε παιδιά «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει», αλλά έναντι τρίτων. Όταν ο κόρακας βγάζει το μάτι κόρακα, γιατί θα πρέπει ο κόρακας-θύμα να πάρει την άδεια του Αρχικόρακα, για να καταμηνύσει τον κόρακα-θύτη;

Και το άρθρο 20 του Συντάγματος κύριε που διασφαλίζει ακώλυτη πρόσβαση του κόρακα στη Δικαιοσύνη; Είναι δυνατόν κόρακες να συντάσσουν για τον εαυτό τους τέτοιο νομοθέτημα;

Σώτος – υπερήφανο μέλος της πρώτης κορακοφωλιάς της χώρας

Υ.Γ. 1] Δεν θα ησχολούμην με το θέμα,
α] αν δεν άκουγα την ίδια διαφήμιση και στο ραδιόφωνο. Όλα για το καλό του πολίτη. Όταν ο πρώην Πρόεδρος του ΔΣΑ τα έβαζε με τους μνημονιολάγνους, ουδείς τον στήριξε.
β] αν δεν με έπαιρνε στο τηλέφωνο εταιρεία δημοσκοπήσεων να με ρωτήσει για τις επερχόμενες εκλογές στον ΔΣΑ με την κατά[π]ληκτική ερώτηση: μεταξύ Καλαντζάκου και Βερβεσού ποιόν θα διαλέγατε; Υπάρχει τόσο χρήμα στους υποψήφιους Προέδρους, ώστε να πραγματοποιούν και δημοσκοπήσεις;
2] Τί ωραία που θα ήταν να δείχναμε οι κόρακες άμεσο και ειλικρινές ενδιαφέρον για κάτι τέτοια
http://www.kathimerini.gr/928029/opinion/epikairothta/politikh/tyflh-h-dikaiosynh-alla-oxi-ki-etsi*
υποβάλλοντας μηνυτήριες αναφορές στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου! Ο κάθε πικραμένος τραβάει μια μηνυτήρια αναφορά για το παραμικρό, αλλά εμείς περί άλλα τυρβάζουμε.



*τυφλή η δικαιοσύνη, αλλά όχι κι έτσι
Πριν από δύο εβδομάδες και συγκεκριμένα στην «Κ» της 4ης Σεπτεμβρίου η συνάδελφος Γιούλη Επτακοίλη έκανε μια τεράστια δημοσιογραφική επιτυχία. Τη χαρακτηρίζω τεράστια, διότι είναι πραγματικά σπάνιο ένας δημόσιος λειτουργός να αποκαλύπτει επωνύμως σε μια εφημερίδα σειρά σκανδάλων στον χώρο της ευθύνης του, όχι μόνον φωτογραφίζοντας τους εμπλεκομένους, αλλά καταγγέλλοντας ευθέως την υπουργό της κυβέρνησης που τα καλύπτει.
Αναφέρομαι στην αποκλειστική συνέντευξη που εξασφάλισε η συνάδελφος από την κ. Ασπασία Λούβη, η οποία τον Αύγουστο αποπέμφθηκε από τη θέση της προέδρου του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠ) με απόφαση της υπουργού Πολιτισμού Λυδίας Κονιόρδου. Η οποία επιπλέον καρατόμησε σύσσωμο το Δ.Σ. στο οποίο προΐστατο η κ. Λούβη.
Καθώς θεωρώ πιθανό να μην έχετε διαβάσει τη συνέντευξη, επιτρέψτε μου να επαναλάβω μερικές μόνον από τις καταγγελίες της, ξεκινώντας από το μείζον. Δηλαδή από τον –εξωπραγματικό για ευνομούμενη χώρα– τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το περιβόητο αυτό Ταμείο.
Το ΤΑΠ, λοιπόν, όπως προκύπτει από τη συνέντευξη, όχι μόνο δεν ελέγχεται από το υπουργείο των Οικονομικών (όπως όλα τα δημόσια ταμεία), αλλά ανήκει σε μια γκρίζα ζώνη, παραμένοντας ανέλεγκτο ακόμη και στα χρόνια της κρίσης. Πριν όμως πάμε σε αυτό, χρειάζεται μία διευκρίνιση για όσους αναγνώστες δεν έχουν ποτέ ξαναδιαβάσει κάτι σχετικό με το εν λόγω ταμείο: ο ετήσιος τζίρος του ΤΑΠ προκύπτει από τα εισιτήρια που κόβουν τουρίστες και γηγενείς σε όλα τα μουσεία της χώρας και από τα (θλιβερά συνήθως) αναμνηστικά που πωλούνται στα καταστήματα των μουσείων. Για να έχετε μια τάξη μεγέθους, το ΤΑΠ το 2015 διασφάλισε ετήσια έσοδα 56 εκατ. ευρώ, το 2016 88 εκατ. ευρώ, το 2017 εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 100 εκατ. ευρώ, ενώ αν είχαν γίνει οι κατάλληλες κινήσεις ο τζίρος του θα μπορούσε να προσεγγίσει ακόμη και τα 300 εκατ. ευρώ. Αυτό τουλάχιστον αναφέρει μια έκθεση της Μακένζι, η οποία περιγράφει αναλυτικά και πώς θα μπορούσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις να εκτινάξουν τάχιστα τα έσοδα από την αξιοποίηση του αρχαιολογικού και όχι μόνον πλούτου της χώρας.
Πού έγκειται το σκάνδαλο; Το εξηγεί απλά η κ. Λούβη. Ο τζίρος του ΤΑΠ εδώ και πολλά χρόνια δεν καταγράφεται στα έσοδα του υπουργείου Πολιτισμού, για να μην μπορεί να ελεγχθεί από το υπουργείο Οικονομικών. Και αυτό γίνεται με απολύτως σκόπιμο τρόπο προκειμένου να διατηρείται ένα ταμείο που εξυπηρετεί πάσης φύσεως πελατειακά συμφέροντα· από τις ανεξέλεγκτες δαπάνες των τοπικών εφορειών αρχαιοτήτων μέχρι τις υπερωρίες των υπαλλήλων των μουσείων.
Καταγράφω λίγες μόνον από τις καταγγελίες της κ. Λούβη, η οποία τις εμφανίζει ως συνέπεια της άρνησης της κ. Κονιόρδου να αποδεχθεί το νέο οργανόγραμμα που εκείνη πρότεινε για να πάψει το ΤΑΠ να λειτουργεί ανέλεγκτα.
– Το 2017 δόθηκαν 17 εκατ. ευρώ για υπερωρίες αρχαιοφυλάκων. Πόσες υπερωρίες έγιναν και ποιοι τις πήραν ουδείς ξέρει.
– Πέρυσι τον Αύγουστο στην Ακρόπολη κόπηκαν περίπου 350.000 εισιτήρια εκ των οποίων τα 200.000 απεδείχθησαν μηδενικά (!) καθώς αφορούσαν –υποτίθεται– παιδιά. Το γιατί κανείς δεν είδε όλα αυτά τα παιδιά στον Ιερό βράχο, παραμένει μυστήριο.
– Το 2,5% του τζίρου του ΤΑΠ (περίπου 2,5 εκατ. ευρώ) διοχετεύεται υποχρεωτικώς σε ένα ταμείο αλληλοβοήθειας, το οποίο μεταξύ άλλων διαχειρίζεται έναν παιδικό σταθμό για τα παιδιά των εργαζομένων του υπουργείου Πολιτισμού. Το γιατί αυτός ο παιδικός σταθμός χρειάζεται πολλαπλάσια χρήματα για να λειτουργήσει από τους αντίστοιχους παιδικούς σταθμούς των δήμων, κανείς δεν θέλει να το απαντήσει.
– Τα αναψυκτήρια των 15 μουσείων της χώρας που παρουσιάζουν μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον εκμισθώνονται εδώ και δεκαετίες σε τρεις οικογένειες, οι οποίες τα κερδίζουν με μισθώματα εξωπραγματικά, αλλά παραδόξως τα μειώνουν μέσω προσφυγών στη Δικαιοσύνη. Το γιατί δεν έχει γίνει ποτέ ένας διαφανής διαγωνισμός για να μπουν και άλλοι ενδιαφερόμενοι στα μουσεία, παραμένει μυστηριώδες ερώτημα.
Και μαζί με όλα αυτά που περιγράφουν τον χαοτικό τρόπο που λειτουργεί το υπουργείο Πολιτισμού, η κ. Λούβη κατήγγειλε και την τραμπούκικη αντίσταση των συνδικαλιστών να αποδεχθούν οποιαδήποτε αλλαγή πρότεινε επί των ημερών της. Αντιδρούν, είπε, γιατί ξέρουν πως αν ο τζίρος του ΤΑΠ εγγραφεί στα έσοδα του υπουργείου Πολιτισμού, τότε τον έλεγχο του συνολικού σκανδάλου θα τον αναλάβει το υπουργείο των Οικονομικών – δηλαδή, μη γελιόμαστε, η τρόικα και το πάρτι θα λάβει τέλος. Και αντί να βρει σύμμαχό της την κ. Κονιόρδου, εκείνη την απέπεμψε.
Δεν θα επανελάμβανα όσα είπε η κ. Λούβη στη Γιούλη Επτακοίλη, εάν δεν συνέβαινε κάτι ακόμη πιο ανησυχητικό. Εχουν περάσει 19 ημέρες από τη δημοσίευση της συνέντευξής της και η Δικαιοσύνη όχι μόνον δεν έχει παρέμβει αυτεπάγγελτα, όπως θα όφειλε, αλλά δεν την έχει καν καλέσει να καταθέσει όσα γνωρίζει για τα σκάνδαλα που κατήγγειλε. Συμβαίνει όμως και κάτι ακόμη πιο ύποπτο. Προφανώς δεν θα περίμενε κανείς από την αλλοπρόσαλλη κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να παρέμβει, αλλά η αντιπολίτευση τι ακριβώς κάνει; Είναι τόσο ασήμαντο το θέμα ώστε να μη γίνει έστω μία ερώτηση στη Βουλή; Ή μήπως Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ φοβούνται μήπως βγουν τα δικά τους άπλυτα στη φόρα;
Έντυπη